- πανοραματικός
- -ή, -όπανοραμικός.επίρρ...πανοραματικώς και -άσαν σε πανόραμα, πανοραμικά.[ΕΤΥΜΟΛ. < πανόραμα, -ατος. Η λ. μαρτυρείται από το 1869 στον Σ. Ν. Βασιλειάδη].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πανοραματικός — ή, ό επίρρ. ά αυτός που μοιάζει με πανόραμα: Η άποψη του θεσσαλικού κάμπου από την κορυφή του Ολύμπου είναι πανοραματική … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Κωδούνης, Άγγελος — (Αρναία Χαλκιδικής 1888 – Αθήνα 1924). Μουσικολόγος. Σπούδασε στο ωδείο Βέρντι του Μιλάνου και παρακολούθησε ανώτερα θεωρητικά μαθήματα στο ωδείο της Βιέννης. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την οργανολογία και τη μελέτη συστημάτων λειτουργίας μουσικών… … Dictionary of Greek
φαντασμαγορικός — ή, ό επίρρ. ά ο σχετικός με φαντασμαγορία (βλ. λ.), ο φανταστικά ωραίος, ο θεαματικός, ο πανοραματικός, ο μαγικός: Φαντασμαγορικό ηλιοβασίλεμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)